- εισάντα
- εἰσάντα και ἐσάντα (Α)επίρρ. απέναντι, κατά πρόσωπο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
εἰσάντα — right opposite indeclform (adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἔσαντα — εἴσαντα epic (indeclform adverb) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εἰσάνταν — εἰσά̱ντᾱν , εἰσ ἀντάω come opposite to imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) εἰσά̱ντᾱν , εἰσ ἀντάω come opposite to imperf ind act 1st sg (doric aeolic) εἰσάντᾱν , εἰσ ἀντάω come opposite to imperf ind act 3rd pl (doric aeolic) εἰσάντᾱν , εἰσ… … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άντα — Ο μεγαλύτερος παραπόταμος (313 χλμ.) του Πάδου και τέταρτος σε μήκος ποταμός της Ιταλίας. Πηγάζει από τις Ρετικές Άλπεις σε ύψος 2.290 μ. και ο άνω ρους του διαρρέει την κοιλάδα Βαλτελίνα που σχημάτισαν οι διαβρώσεις των παγετώνων. Εκβάλλει… … Dictionary of Greek